Η Lufthansa εγκαινίασε μια εξάμηνη δοκιμαστική περίοδο χρήσης βιοκαυσίμων σε τακτικές προγραμματισμένες πτήσεις.
Ένα αεροσκάφος Airbus A321 της Lufthansa, με αριθμό αδείας D-AIDG εκτελεί το δρομολόγιο Αμβούργο- Φρανκφούρτη- Αμβούργο τέσσερις φορές την ημέρα. Ένας από τους κινητήρες του λειτουργεί με μείγμα 50% συμβατικών καυσίμων και 50% βιοσυνθετικής κηροζίνης. Τα βιοκαύσιμα για κινητήρες αεριωθούμενων αεροσκαφών έχουν εγκριθεί από την Αμερικανική Εταιρία Δοκιμών και Υλικών (ASTM). Καθώς η βιοσυνθετική κηροζίνη έχει όμοιες ιδιότητες με εκείνες της συμβατικής κηροζίνης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε όλους τους τύπους αεροσκαφών χωρίς την ανάγκη τροποποιήσεων είτε σε αεροσκάφη είτε στους κινητήρες αυτών. Η πρώτη πτήση της εξάμηνης δοκιμαστικής περιόδου, που πραγματοποιείται από το αεροσκάφος της Lufthansa με κωδικό πτήσης LH013, αναχώρησε στις 15 Ιουλίου από το Αμβούργο στις 11.15 (CET) με προορισμό τη Φρανκφούρτη. Καθ’όλη τη διάρκεια της εξάμηνης δοκιμαστικής περιόδου, η χρήση βιοκαυσίμων θα οδηγήσει σε μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 1.500 τόνους.
Ο Christoph Franz, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Lufthansa Group δήλωσε τα εξής: “Η Lufthansa είναι η πρώτη παγκοσμίως αεροπορική εταιρία που θα χρησιμοποιήσει βιοκαύσιμα σε προγραμματισμένες καθημερινές πτήσεις. Συνεπώς, συνεχίζουμε σταθερά να εφαρμόζουμε την επιτυχημένη και αποδεδειγμένη στρατηγική βιωσιμότητας”. Καθώς οι αερομεταφορές είναι το μόνο μέσο μεταφοράς που θα παραμείνει εξαρτημένο από τα υγρά καύσιμα για το μέλλον, η αεροπορική βιομηχανία και η ερευνητική κοινότητα πρέπει να αναπτύξει και να δοκιμάσει εναλλακτικές λύσεις. “Οι ορυκτές πρώτες ύλες είναι πλέον πεπερασμένες”, σχολίασε ο κύριος Franz προσθέτοντας ότι “πέραν της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, κύριος στόχος αυτής της μακροπρόθεσμης δοκιμαστικής περιόδου είναι να μελετηθούν τα αποτελέσματα των βιοκαυσίμων στην συντήρηση και τη διάρκεια ζωής των κινητήρων των αεροσκαφών”.
Η βιοσυνθετική κηροζίνη που χρησιμοποιείται από τη Lufthansa παράγεται από καθαρή βιομάζα (βιομάζα σε υγρή μορφή – BtL) και αποτελείται από τα φυτά jatropha, camelina και ζωικά λίπη. Κατά την προμήθεια βιομάζας, η Lufthansa διασφαλίζει ότι αυτή προέρχεται από βιώσιμες πηγές και διαδικασίες παραγωγής. Οι προμηθευτές πρέπει να παρουσιάζουν αποδεικτικά βιωσιμότητας της επεξεργασίας και ότι συμφωνούν με τα κριτήρια που έχουν οριστεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Η Lufthansa εγγυάται ότι η παραγωγή βιοκαυσίμων δεν ανταγωνίζεται άμεσα με την παραγωγή τροφίμων και ότι κανένα τροπικό δάσος δεν καταστρέφεται.
Τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται από τη Lufthansa παράγονται από τη Neste Oil, μια Φινλανδική πετρελαϊκή εταιρία. Η Neste διαθέτει μακρόχρονη εμπειρία στην παραγωγή βιοκαυσίμων και διατηρεί επί σειράς ετών μια επιτυχημένη συνεργασία με τη Lufthansa.
Η Lufthansa υπολογίζει τις συνολικές δαπάνες διενέργειας του προγράμματος βιοκαυσίμων να ανέλθουν σε περίπου 6,6 εκατ. ευρώ. Το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομικών και Τεχνολογίας έχει χρηματοδοτήσει το παρόν σχέδιο με 2,5 εκατ. ευρώ, στα πλαίσια ενός ευρύτερου προγράμματος που φέρει την ονομασία FAIR (Future Aircraft Research) και έχει συσταθεί προκειμένου να μελετηθούν άλλα θέματα πέραν της συμβατότητας των βιοκαυσίμων, συμπεριλαμβανομένων νέων θεμάτων πρόωσης και αεροσκαφών και άλλων καυσίμων, όπως το υγροπoιημένο φυσικό αέριο (LNG).
Η χρήση βιοσυνθετικής κηροζίνης είναι ένας από τους τέσσερις πυλώνες της στρατηγικής προστασίας του κλίματος που επιδιώκεται από τη Lufthansa, με στόχο την ολοκληρωτική μείωση των εκπομπών CO2 στην αεροπορική βιομηχανία. Συνδυάζοντας μια σειρά διαφορετικών μέτρων – για παράδειγμα διαρκούς εκσυγχρονισμού του στόλου, τεχνολογικών βελτιώσεων σε αεροσκάφη και κινητήρες, λειτουργικών μέτρων όπως πλύσιμο κινητήρων ή χρήση ελαφρύτερων υλικών και βελτιωμένων υποδομών – η Lufthansa στοχεύει στην επίτευξη των φιλόδοξων περιβαλλοντικών στόχων της που έχουν τεθεί σε αυτή τη στρατηγική. Η εφαρμογή νέων τεχνολογιών έχει ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της αποδοτικότητας των καυσίμων κατά 30% από το 1991. Σήμερα, η μέση κατανάλωση καυσίμων του στόλου της Lufthansa είναι 4,2 λίτρα ανά 100 επιβατικά χιλιόμετρα.